Πριν από δύο χρόνια οι περισσότεροι Ευρωπαίοι πολιτικοί πίστευαν ακόμη ότι η Ελλάδα θα τα καταφέρει. Δεν διέθεταν καμία εμπειρία στη διαχείριση μιας χρηματοπιστωτικής κρίσης.
Και δεν συμβουλεύτηκαν τους σχεδιαστές πολιτικής που προέρχονταν από άλλα μέρη του κόσμου οι οποίοι είχαν διαχειριστεί ανάλογες κρίσεις κατά τις παρελθούσες δεκαετίες. Έτσι, έμπλεοι άγνοιας και αλαζονείας, κατέληξαν να επαναλάβουν τα λάθη των άλλων. Θεώρησαν ότι ...... αυτοί ήταν οι έξυπνοι και κατέληξαν στην πρόταση περί ‘επεκτατικής δημοσιονομικής σύσφιξης’. Και πίστεψαν ότι η εθελοντική συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα στο ελληνικό χρέος, το λεγόμενο PSI, πράγματι θα βοηθούσε.
Αφού δεν κατάφεραν να διδαχτούν από τα λάθη των άλλων, τώρα πλέον ορισμένοι Ευρωπαίοι αρχίζουν να διδάσκονται από τα δικά τους λάθη. Σε κάποιες πρωτεύουσες του ευρωπαϊκού Βορρά οι σχεδιαστές πολιτικής αρχίζουν να αντιλαμβάνονται ότι το ελληνικό πρόγραμμα είναι μια παταγώδης αποτυχία. Έχουν χάσει πια την εμπιστοσύνη τους στους Έλληνες πολιτικούς. Και τη στιγμή που η Ελλάδα εισέρχεται στον πέμπτο χρόνο ύφεσης και είναι ηλίου φαεινότερο ότι το ελληνικό ΑΕΠ θα μειωθεί ξανά φέτος υπό την επιρροή των νέων μέτρων λιτότητας, εκείνοι ετοιμάζονται να εγκαταλείψουν την Ελλάδα.
Καθώς όμως αποφεύγουν εγγενώς τους κινδύνους, τείνουν να κολλάνε στις διαδικασίες. Νιώθουν ότι πρέπει να παριστάνουν ότι παίρνουν στα σοβαρά το νέο ελληνικό πρόγραμμα λιτότητας και ταυτόχρονα να δίνουν την εντύπωση ότι νοιάζονται για τα συμφέροντα των δικών τους φορολογουμένων. Τα ελληνικά πολιτικά κόμματα που στηρίζουν την κυβέρνηση Παπαδήμου κατέληξαν σε μια συμφωνία που, τουλάχιστον τυπικά, ικανοποιεί τα αιτήματα των Ευρωπαίων Υπουργών Οικονομικών. Το ελληνικό Κοινοβούλιο την ενέκρινε. Οι Υπουργοί Οικονομικών της Ευρωζώνης την αποδέχτηκαν. Σε μια άλλη χωριστή διαδικασία, οι ομολογιούχοι της Ελλάδας κατέληξαν επίσης σε συμφωνία για το PSI.
Υπάρχει βεβαίως το εμπόδιο του γερμανικού Κοινοβουλίου που θα μπορούσε να εκτροχιάσει τη συμφωνία καθώς η κοινή γνώμη στη Γερμανία καθίσταται όλο και πιο νευρική στην προοπτική ενός ακόμη μάταιου ελληνικού προγράμματος ύψους 130 δις ευρώ. Το πιθανότερο πάντως είναι ότι το ελληνικό πρόγραμμα στο τέλος θα εγκριθεί. Θα ακολουθήσει μια περίοδος γαλήνης και μετά από μερικούς μήνες θα γίνει σαφές ότι οι περικοπές στους μισθούς και τις συντάξεις των Ελλήνων απλά επιδείνωσαν την ύφεση. Οι Ευρωπαίοι σχεδιαστές πολιτικής θα ανακαλύψουν επίσης ότι μέσα σε ένα τόσο οικτρό οικονομικό περιβάλλον ακόμα και οι νέοι περιορισμένοι στόχοι για τις ιδιωτικοποιήσεις εταιρειών και συμμετοχών του ελληνικού δημοσίου δεν έχουν κανένα στοιχείο ρεαλισμού. Το ελληνικό ΑΕΠ μειώθηκε κατά 6.8% το 2011 και θα συνεχίσει την πτώση του με ανάλογους ρυθμούς, ανεξαρτήτως των ευρωπαϊκών ανακοινώσεων, και το 2012. Πριν περάσει πολύς καιρός θα έρθει ένας γύρος ‘κουρεμάτων’.
Κι αυτό δεν είναι καν το πιο απαισιόδοξο σενάριο. Το σενάριο αυτό υποθέτει πως οι Έλληνες πολιτικοί θα στηρίξουν ως επί το πλείστον τη νέα συμφωνία. Αλλά με τις απεργίες και τις παραιτήσεις υπουργών που συνόδευσαν την έγκριση του δευτέρου μνημονίου, δεν ξέρουμε αν ο ηγέτης της ΝΔ Αντώνης Σαμαράς, που είναι ο πιο πιθανός νικητής των εκλογών του Απριλίου, θα ακολουθήσει την παρούσα στρατηγική. Από πολιτική σκοπιά αυτό είναι πολύ αμφίβολο. Για ένα νέο πρωθυπουργό που έχει μπροστά του μια τετραετή θητεία είναι μεγάλος ο πειρασμός να τραβήξει το καλώδιο και να ρίξει όλες τις ευθύνες στους προκατόχους του. Στη συνέχεια θα έχει τέσσερα χρόνια για να ανοικοδομήσει την Ελλάδα από τα συντρίμμια της εξόδου από το ευρώ. Στην πραγματικότητα θα ήταν πολιτικά πολύ πιο επικίνδυνο για τον Αντώνη Σαμαρά να ακολουθήσει το ευρωπαϊκό πρόγραμμα που και ο ίδιος λέει ότι δεν θα έχει αποτελέσματα και να κρατήσει την Ελλάδα σε ύφεση για ολόκληρη την τετραετία της θητείας του ή και πέρα από αυτήν από το να τα τινάξει όλα στον αέρα.
Αλλά προς χάριν του επιχειρήματος, ας υποθέσουμε ότι ο αρχηγός της ΝΔ παραμένει πιστός στο πρόγραμμα και αποφεύγεται η παγίδα του χρέους. Ότι όλα στην Ελλάδα πηγαίνουν όπως επισήμως σχεδιάστηκαν. Θα είναι αυτό το τέλος της ελληνικής κρίσης; Σε αυτή την περίπτωση ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ της Ελλάδας θα έπρεπε να πέσει από το σημερινό 160% σε 120% του ΑΕΠ ως το τέλος της δεκαετίας.
Αλλά κι αυτό το νούμερο είναι πολύ μεγάλο. Πρέπει να έχουμε κατά νου ότι ο στόχος του 120% οφείλεται σε πολιτική επιλογή και δεν έχει καμία οικονομική λογική. Δεν είναι τυχαίο που αυτός είναι ο λόγος του ιταλικού χρέους. Αν το 120% είναι βιώσιμο για την Ελλάδα μπορεί κανείς να υποθέσει ότι το ίδιο ισχύει και για την Ιταλία.
Αλλά οι δυο οικονομίες διαφέρουν πάρα πολύ. Στην Ελλάδα η οικονομία έχει καταρρεύσει. Για να ανοικοδομηθεί χρειάζεται μια λειτουργική οικονομική υποδομή, μια σύγχρονη αγορά απασχόλησης και ένα λιγότερο πελατειακό πολιτικό σύστημα. Μόνο αν γίνουν όλα αυτά θα αρχίσουν να εμπιστεύονται ξανά την Ελλάδα οι χρηματοπιστωτικές αγορές. Αλλά όλα αυτά μπορεί να πάρουν ολόκληρες δεκαετίες.
Επομένως, ακόμη και στην απίθανη περίπτωση όπου όλα πάνε κατά το σχέδιο, η βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους δεν είναι καθόλου εξασφαλισμένη. Κανονικά το ελληνικό χρέος θα έπρεπε να μειωθεί σε πολύ πιο χαμηλά επίπεδα – κοντά στο 60% – για να έχει η χώρα κάποιες πιθανότητες να βγει απ’ την κρίση. Τα ποσοστά αυτά όμως σημαίνουν ότι πρέπει να γίνουν διαγραφές στο μεγαλύτερο μέρος του χρέους της Ελλάδας που βρίσκεται στα χέρια των ξένων πιστωτών, δηλαδή και στο χρέος του επίσημου τομέα.
Ορισμένοι ισχυρίζονται ότι θα ήταν καλύτερα αν οι Ευρωπαίοι έδιωχναν πλέον την Ελλάδα από την Ευρωζώνη και χρησιμοποιούσαν αυτά τα κεφάλαια για να σώσουν την Πορτογαλία. Αυτό είναι λάθος. Το καλύτερο θα ήταν να αναγνωριστεί η οικτρή κατάσταση και των δύο αυτών χωρών, να τους επιτραπεί να χρεοκοπήσουν μέσα στη νομισματική ένωση και στη συνέχεια να σχηματιστεί ένα πραγματικά μεγάλο ταμείο διάσωσης για να βοηθήσει την ανοικοδόμησή τους και στην προστασία των υπόλοιπων κρατών μελών.
Αυτό το σχέδιο θα στοιχίσει πανάκριβα. Αλλά το να αγνοήσουμε την πραγματικότητα για άλλα δύο χρόνια, θα είναι καταστροφικό.
Αφού δεν κατάφεραν να διδαχτούν από τα λάθη των άλλων, τώρα πλέον ορισμένοι Ευρωπαίοι αρχίζουν να διδάσκονται από τα δικά τους λάθη. Σε κάποιες πρωτεύουσες του ευρωπαϊκού Βορρά οι σχεδιαστές πολιτικής αρχίζουν να αντιλαμβάνονται ότι το ελληνικό πρόγραμμα είναι μια παταγώδης αποτυχία. Έχουν χάσει πια την εμπιστοσύνη τους στους Έλληνες πολιτικούς. Και τη στιγμή που η Ελλάδα εισέρχεται στον πέμπτο χρόνο ύφεσης και είναι ηλίου φαεινότερο ότι το ελληνικό ΑΕΠ θα μειωθεί ξανά φέτος υπό την επιρροή των νέων μέτρων λιτότητας, εκείνοι ετοιμάζονται να εγκαταλείψουν την Ελλάδα.
Καθώς όμως αποφεύγουν εγγενώς τους κινδύνους, τείνουν να κολλάνε στις διαδικασίες. Νιώθουν ότι πρέπει να παριστάνουν ότι παίρνουν στα σοβαρά το νέο ελληνικό πρόγραμμα λιτότητας και ταυτόχρονα να δίνουν την εντύπωση ότι νοιάζονται για τα συμφέροντα των δικών τους φορολογουμένων. Τα ελληνικά πολιτικά κόμματα που στηρίζουν την κυβέρνηση Παπαδήμου κατέληξαν σε μια συμφωνία που, τουλάχιστον τυπικά, ικανοποιεί τα αιτήματα των Ευρωπαίων Υπουργών Οικονομικών. Το ελληνικό Κοινοβούλιο την ενέκρινε. Οι Υπουργοί Οικονομικών της Ευρωζώνης την αποδέχτηκαν. Σε μια άλλη χωριστή διαδικασία, οι ομολογιούχοι της Ελλάδας κατέληξαν επίσης σε συμφωνία για το PSI.
Υπάρχει βεβαίως το εμπόδιο του γερμανικού Κοινοβουλίου που θα μπορούσε να εκτροχιάσει τη συμφωνία καθώς η κοινή γνώμη στη Γερμανία καθίσταται όλο και πιο νευρική στην προοπτική ενός ακόμη μάταιου ελληνικού προγράμματος ύψους 130 δις ευρώ. Το πιθανότερο πάντως είναι ότι το ελληνικό πρόγραμμα στο τέλος θα εγκριθεί. Θα ακολουθήσει μια περίοδος γαλήνης και μετά από μερικούς μήνες θα γίνει σαφές ότι οι περικοπές στους μισθούς και τις συντάξεις των Ελλήνων απλά επιδείνωσαν την ύφεση. Οι Ευρωπαίοι σχεδιαστές πολιτικής θα ανακαλύψουν επίσης ότι μέσα σε ένα τόσο οικτρό οικονομικό περιβάλλον ακόμα και οι νέοι περιορισμένοι στόχοι για τις ιδιωτικοποιήσεις εταιρειών και συμμετοχών του ελληνικού δημοσίου δεν έχουν κανένα στοιχείο ρεαλισμού. Το ελληνικό ΑΕΠ μειώθηκε κατά 6.8% το 2011 και θα συνεχίσει την πτώση του με ανάλογους ρυθμούς, ανεξαρτήτως των ευρωπαϊκών ανακοινώσεων, και το 2012. Πριν περάσει πολύς καιρός θα έρθει ένας γύρος ‘κουρεμάτων’.
Κι αυτό δεν είναι καν το πιο απαισιόδοξο σενάριο. Το σενάριο αυτό υποθέτει πως οι Έλληνες πολιτικοί θα στηρίξουν ως επί το πλείστον τη νέα συμφωνία. Αλλά με τις απεργίες και τις παραιτήσεις υπουργών που συνόδευσαν την έγκριση του δευτέρου μνημονίου, δεν ξέρουμε αν ο ηγέτης της ΝΔ Αντώνης Σαμαράς, που είναι ο πιο πιθανός νικητής των εκλογών του Απριλίου, θα ακολουθήσει την παρούσα στρατηγική. Από πολιτική σκοπιά αυτό είναι πολύ αμφίβολο. Για ένα νέο πρωθυπουργό που έχει μπροστά του μια τετραετή θητεία είναι μεγάλος ο πειρασμός να τραβήξει το καλώδιο και να ρίξει όλες τις ευθύνες στους προκατόχους του. Στη συνέχεια θα έχει τέσσερα χρόνια για να ανοικοδομήσει την Ελλάδα από τα συντρίμμια της εξόδου από το ευρώ. Στην πραγματικότητα θα ήταν πολιτικά πολύ πιο επικίνδυνο για τον Αντώνη Σαμαρά να ακολουθήσει το ευρωπαϊκό πρόγραμμα που και ο ίδιος λέει ότι δεν θα έχει αποτελέσματα και να κρατήσει την Ελλάδα σε ύφεση για ολόκληρη την τετραετία της θητείας του ή και πέρα από αυτήν από το να τα τινάξει όλα στον αέρα.
Αλλά προς χάριν του επιχειρήματος, ας υποθέσουμε ότι ο αρχηγός της ΝΔ παραμένει πιστός στο πρόγραμμα και αποφεύγεται η παγίδα του χρέους. Ότι όλα στην Ελλάδα πηγαίνουν όπως επισήμως σχεδιάστηκαν. Θα είναι αυτό το τέλος της ελληνικής κρίσης; Σε αυτή την περίπτωση ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ της Ελλάδας θα έπρεπε να πέσει από το σημερινό 160% σε 120% του ΑΕΠ ως το τέλος της δεκαετίας.
Αλλά κι αυτό το νούμερο είναι πολύ μεγάλο. Πρέπει να έχουμε κατά νου ότι ο στόχος του 120% οφείλεται σε πολιτική επιλογή και δεν έχει καμία οικονομική λογική. Δεν είναι τυχαίο που αυτός είναι ο λόγος του ιταλικού χρέους. Αν το 120% είναι βιώσιμο για την Ελλάδα μπορεί κανείς να υποθέσει ότι το ίδιο ισχύει και για την Ιταλία.
Αλλά οι δυο οικονομίες διαφέρουν πάρα πολύ. Στην Ελλάδα η οικονομία έχει καταρρεύσει. Για να ανοικοδομηθεί χρειάζεται μια λειτουργική οικονομική υποδομή, μια σύγχρονη αγορά απασχόλησης και ένα λιγότερο πελατειακό πολιτικό σύστημα. Μόνο αν γίνουν όλα αυτά θα αρχίσουν να εμπιστεύονται ξανά την Ελλάδα οι χρηματοπιστωτικές αγορές. Αλλά όλα αυτά μπορεί να πάρουν ολόκληρες δεκαετίες.
Επομένως, ακόμη και στην απίθανη περίπτωση όπου όλα πάνε κατά το σχέδιο, η βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους δεν είναι καθόλου εξασφαλισμένη. Κανονικά το ελληνικό χρέος θα έπρεπε να μειωθεί σε πολύ πιο χαμηλά επίπεδα – κοντά στο 60% – για να έχει η χώρα κάποιες πιθανότητες να βγει απ’ την κρίση. Τα ποσοστά αυτά όμως σημαίνουν ότι πρέπει να γίνουν διαγραφές στο μεγαλύτερο μέρος του χρέους της Ελλάδας που βρίσκεται στα χέρια των ξένων πιστωτών, δηλαδή και στο χρέος του επίσημου τομέα.
Ορισμένοι ισχυρίζονται ότι θα ήταν καλύτερα αν οι Ευρωπαίοι έδιωχναν πλέον την Ελλάδα από την Ευρωζώνη και χρησιμοποιούσαν αυτά τα κεφάλαια για να σώσουν την Πορτογαλία. Αυτό είναι λάθος. Το καλύτερο θα ήταν να αναγνωριστεί η οικτρή κατάσταση και των δύο αυτών χωρών, να τους επιτραπεί να χρεοκοπήσουν μέσα στη νομισματική ένωση και στη συνέχεια να σχηματιστεί ένα πραγματικά μεγάλο ταμείο διάσωσης για να βοηθήσει την ανοικοδόμησή τους και στην προστασία των υπόλοιπων κρατών μελών.
Αυτό το σχέδιο θα στοιχίσει πανάκριβα. Αλλά το να αγνοήσουμε την πραγματικότητα για άλλα δύο χρόνια, θα είναι καταστροφικό.