Πολλές φορές από αυτή τη σελίδα παρουσιάζονται σημαντικές πτυχές της ελληνικής ιστορίας, ιστορίες… ελληνικές – όπως είναι και ο τίτλος της σελίδας –, που δείχνουν ξεκάθαρα πόσο σκληρό και ανάλγητο ήταν και είναι το ελληνικό κράτος απέναντι στους πολίτες, κάτι που εξηγεί και τη διαχρονική στάση των πολιτών απέναντί του.
Ποτέ δεν το εμπιστεύτηκαν..., όπως προκύπτει από τη νεοελληνική Ιστορία, και πάντοτε το θεωρούσαν εχθρικό.
Σήμερα λοιπόν θα δούμε ακόμα μία ιστορία… ελληνική, η οποία περιγράφει μια δύσκολη περίοδο για τον ελληνικό λαό, που δεν διαφέρει και πολύ από τη σημερινή κατάσταση.
Στο ίδιο έργο θεατής για ακόμη μια φορά ο ελληνικός λαός…Βρισκόμαστε στις αρχές της δεκαετίας του 1930 και σιγά σιγά η μεγάλη οικονομική κρίση χτυπάει και τη χώρα μας. Ο ελληνικός λαός οδηγείται προς ένα μεγάλο δράμα όταν η φορολογία που επιβάλλεται από τις κυβερνήσεις γίνεται όλο και πιο εξοντωτική.
Ενώ οι επιχειρήσεις κλείνουν η μία μετά την άλλη και οι ξένοι κεφαλαιούχοι αποχωρούν παίρνοντας μαζί και τα κεφάλαιά τους, η κυβέρνηση του Ελευθερίου Βενιζέλου σταδιακά ψηφίζει όλο και πιο αυστηρή νομοθεσία.
Το καλοκαίρι του 1930 φυλακίζονταν ακόμη και όσοι χρωστούσαν πενήντα δραχμές.
Περιγράφοντας το φαινόμενο ο δημοσιογράφος Γ. Λυδίας σημείωνε πως είχαν πλέον πλημμυρίσει οι φυλακές από την «αθρόαν σύλληψιν των πολιτών εκείνων που έτυχε, κατά μίαν οιασδήποτε φύσεως συναλλαγήν των με το κράτος, να του μείνουν χρεώσται ενός ποσού, πολλές φορές τόσον ασημάντου, ώστε δι’ αυτό ένας πτωχός βιοπαλαιστής εις την θέσιν του κράτους δεν θα κατέφευγε ούτε εις το δικαστήριον των μικροδιαφορών».
Κατασχέσεις
Όλα ξεκίνησαν μαζί με την κρίση, τέλη 1929 – αρχές 1930. Η κυβέρνηση Βενιζέλου έσπευσε να εκδώσει νόμο «Περί εισπράξεως των δημοσίων εσόδων». Παρά τις προσπάθειες του υπουργού Οικονομικών Γ. Μαρή να καθησυχάσει τους πολίτες ότι τα μέτρα που λαμβάνονταν ήταν για τη διευκόλυνσή τους, σύντομα αποδείχθηκε το αντίθετο.
Καθιερώνονταν μεν τριμηνιαίες δόσεις για τους οφειλέτες, ταυτοχρόνως όμως θεσπίζονταν αστυνομικές διατάξεις για κατασχέσεις και προσωποκρατήσεις, αλλά και δινόταν η δυνατότητα να κατάσχεται και η κινητή περιουσία των οφειλετών, όπως ταέπιπλα των σπιτιών τους.
Παρά τις διαψεύσεις, σύσσωμος ο Τύπος, ακόμη και ο φιλοκυβερνητικός, καταγγέλλει ότι ήδη τουλάχιστον τριακόσιοι πολίτες είχαν φυλακιστεί για οφειλές από πεντακόσιες μέχρι δύο χιλιάδες δραχμές.
Φυλακίσεις
Για να διασκεδαστούν οι εντυπώσεις, η νέα νομοθεσία επέτρεπε σε όσους συλλαμβάνονταν, πριν οδηγηθούν στις φυλακές, να περνούν από το δημόσιο ταμείο για να τακτοποιήσουν τις οφειλές τους, καταβάλλοντας τουλάχιστον το 50%.
Τα νέα μέτρα συνοδεύονταν και από ειδική νομοθεσία εξυγίανσης και εκσυγχρονισμού των δημοσίων υπηρεσιών, με ειδικά μητρώα οφειλετών και νέα νομοθεσία «Περί οργανώσεως της ταμειακής υπηρεσίας του κράτους».
Ο «χορός» των συλλήψεων ξεκίνησε από την Αθήνα. Ο διευθυντής του «Ταμείου Εισπράξεων Αθηνών» Αναστάσιος Κανάκης με βαρυσήμαντη ανακοίνωσή του τον Ιούλιο του 1931 υπενθύμιζε στους οφειλέτες ότι «θέλω ευρεθή εις την ανάγκην όπως ασκήσω τα κατά των δυστροπούντων οφειλετών επιβαλλόμενα υπό του νόμου καταναγκαστικά μέτρα»!
Οι διευθυντές των Δημόσιων Ταμείων εξελίχθηκαν σε νέους «δυνάστες» στα μάτια του ελληνικού λαού.
Με ειδική νομοθεσία είχαν στη διάθεσή τους όργανα της τάξεως, μπορούσαν να εισέρχονται ανεξέλεγκτα σε οποιονδήποτε χώρο, να καλούν ανά πάσα στιγμή και όλο το 24ωρο να εμφανισθεί μπροστά τους ο οφειλέτης, ενώ οι εφημερίδες ήταν υποχρεωμένες να δημοσιεύουν πάντα και δωρεάν τις ανακοινώσεις τους. Μια εντολή λοιπόν του διευθυντή του Δημόσιου Ταμείου αρκούσε για να οδηγηθεί στη φυλακή ο οφειλέτης για λίγες εκατοντάδες δραχμές.
Γέμισαν οι φυλακές
Αγροκτήματα έβγαιναν πλέον σε πλειστηριασμούς από το Δημόσιο, ενώ σε πολλά μέρη της χώρας, στη Θεσσαλία, την Πάτρα, το Κιλκίς, τα περιστατικά ήταν συνεχή και βίαια.
Το Επαγγελματικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Θεσσαλονίκης έστελνε αγωνιώδητηλεγραφήματα στα υπουργεία Οικονομικών και Εθνικής Οικονομίας απευθύνοντας έκκληση να ανασταλούν οι εκτελέσεις των ενταλμάτων για όσους καθυστερούσαν φόρους, αφού η κρίση δεν τους επέτρεπε «παρά την καλήν των θέλησιν να φανούν συνεπείς εις τας προς το Δημόσιον υποχρεώσεις των».
Τον Σεπτέμβριο του 1931 και ενώ με εγκυκλίους κατάσχονταν ακόμη και τα ενοίκια, «αι φυλακαί του κράτους είχαν υπερπληρωθή ώστε επεβάλλετο η άμεσος αραίωσις των κρατουμένων». Τα τηλεγραφήματα και οι αναφορές των διευθυντών των φυλακών απ’ όλη την Ελλάδα ήταν συγκλονιστικά.
Καλούσαν τους προϊσταμένους τους να λάβουν μέτρα διότι δεν είχαν πού να βάλουν τους κρατούμενους. «Εγέμισαν τα κελλιά, εγέμισαν οι αυλές και τα γραφεία», ανέφερε η εφημερίδα «Ακρόπολις», επισημαίνοντας πως ακόμη και δωδεκαμελείς ομάδες χωροφυλάκων σχηματίζονταν για να συλλάβουν κάποιον που όφειλε στο Δημόσιο πενήντα δραχμές.
Η… αποσυμφόρηση
Στις φυλακές από τις συλλήψεις οφειλετών του Δημοσίου είχε δημιουργηθεί τοαδιαχώρητο, οπότε το υπουργείο αποφάσισε να τις απο-συμφορήσει, «διότι επείσθη ότι ούτοι, ανήκοντες εις τας λαϊκάς τάξεις, δεν θα επλήρωναν εις τον αιώνα τον άπαντα το χρέος των, εφ’ όσον δεν μπορούσαν να εργασθούν».
Η πανίσχυρη «Διεύθυνσις Φυλακών» του υπουργείου Δικαιοσύνης διαπίστωνε τοτραγελαφικό: Στις φυλακές είχαν κλειστεί και εκατοντάδες άνθρωποι, οι οποίοι, ενώαπαλλάσσονταν από τα δικαστήρια, υποχρεώνονταν να καταβάλουν τα δικαστικά έξοδα.
Ωστόσο μη έχοντας να καταβάλουν και τα ελάχιστα αυτά χρήματα, είχαν οδηγηθεί στις φυλακές! Εσπευσμένα άλλαξε ο τρόπος είσπραξης των χρημάτων και το κυριότερο απελευθερώνονταν εκείνοι που χρωστούσαν τα δικαστικά έξοδα και δεν ήταν «ομολογουμένως πλούσιοι».
Μια τραγωδία στην οποία με ιλιγγιώδη ταχύτητα είναι πιθανόν να οδηγηθεί και η χώρα μας σήμερα…
ΠΗΓΗ: topontiki.gr