Η προσωπική μαρτυρία μίας γυναίκας για τις φραστικές επιθέσεις που δέχθηκε την ώρα που βρισκόταν εν μέσω »πυρών» στο θέατρο Χυτήριο συγκλονίζει.
Η βιολόγος, μεταφράστρια και... ιδρυτικό μέλος τηςΈνωσης Άθεων, Τ. Ρ., κατέγραψε τα γεγονότα που συνέβησαν την Πέμπτη στο θέατρο »Χυτήριο», όπως εκείνη τα βίωσε και καταγγέλλει μέσα από το προσωπικό της ιστολόγιο, τη χυδαία φραστική επίθεση που δέχτηκε.
Υπενθυμίζεται πως όλα ξεκίνησαν όταν δεκάδες πολίτες απέκλεισαν την είσοδο του θεάτρου, διαμαρτυρόμενοι για το περιεχόμενο της παράστασης «Corpus Christi«. Τα ΜΑΤ έκαναν περιορισμένη χρήση χημικών και δημοσιογράφος καταγγέλλει προπηλακισμό.
Ακολουθεί η προσωπική μαρτυρία της Τ. Ρ.:
«Χτες το βράδυ ξεκίνησα να πάω να δω το Corpus Christi. Ο λόγος που θέλησα να πάω να παρακολουθήσω την συγκεκριμένη παράσταση ήταν η επιθυμία μου να στηρίξω το δικαίωμα των δημιουργών της στην ελεύθερη έκφραση.
Δεν φανταζόμουν ωστόσο πως θα αντιμετώπιζα τόσες δυσκολίες και κινδύνους σε αυτό το απλό εγχείρημα.
Πήρα το μετρό, κατέβηκα στον Κεραμεικό και κατευθύνθηκα από Κωνσταντινουπόλεως προς Ιερά οδό, όπου βρίσκεται το θέατρο. Όμως ήδη από την προηγούμενη διασταύρωση είδα μεγάλο πλήθος συγκεντρωμένο και ΜΑΤ που εμπόδιζαν τη διέλευση.
‘Τα ΜΑΤ με εμπόδισαν να πλησιάσω»
Έστριψα λοιπόν δεξιά και βγήκα Ιερά οδό από το προηγούμενο στενό. Μπροστά στο θέατρο υπήρχε συγκεντρωμένο άλλο πλήθος και άλλος κλοιός των ΜΑΤ που τους εμπόδιζε να πλησιάσουν.
Πίσω από τον κλοιό υπήρχαν μερικοί πολίτες: ιερείς, μοναχοί, μια κυρία με μαντίλι στο κεφάλι και μερικοί άντρες με κοστούμια, τρεις εκ των οποίων, όπως έμαθα μετά, ήταν βουλευτές της Χρυσής Αυγής.
Ο αέρας μύριζε δακρυγόνο, τα μάτια έτσουζαν, ωστόσο γενικά επικρατούσε σχετική ηρεμία. Πλησίασα τους αστυνομικούς και είπα ότι θέλω να περάσω για να μπω στο θέατρο.
- Φύγετε κυρία μου. Φύγετε σας παρακαλώ.
– Δεν θα γίνει η παράσταση;
– Δεν ξέρουμε. Σας παρακαλώ κάντε πίσω.
Πώς σχολιάστηκε η μπλούζα με το σήμα της Ένωσης Άθεων
Έκανα λίγο πίσω, αλλά δεν έφυγα. Προσπάθησα μάταια να εντοπίσω τους φίλους με τους οποίους είχαμε κανονίσει να συναντηθούμε εκεί. Έφερα βόλτα τον κλοιό, προσπαθώντας να περάσω, εξηγώντας ότι θέλω να μπω στο θέατρο για να δω την παράσταση, μάταια όμως.
Οι προσπάθειές μου αυτές, καθώς και η μπλούζα με το σήμα της Ένωσης Άθεων που φορούσα, τράβηξαν την προσοχή των διαδηλωτών που άρχισαν να σχολιάζουν:
- Τι θέλει αυτή; Να δει τη παράσταση;
– Λεσβία είναι και θέλει να δει τις αδερφάρες;
– Κοίτα τι γράφει η μπλούζα! Ένωση Άθεων!
– Άθεη είναι!
Το ενδιαφέρον τους στράφηκε πάνω μου και ξεκίνησαν πολλές κουβέντες, οι περισσότερες γεμάτες ένταση. Λογικά άλματα, ύβρεις και απειλές χαρακτήριζαν το μεγαλύτερο μέρος των διαλόγων.
Προσπάθησα να κρατηθώ ήρεμη και σταθερή, να απαντώ λογικά και ψύχραιμα, να διατηρήσω την επαφή με τους συνομιλητές μου, και τα κατάφερα, δεν μπορώ να πω το ίδιο όμως για εκείνους. Θα προσπαθήσω να μεταφέρω εδώ μέρος των διαλόγων, ανάκατα γιατί δεν μπορώ πια να θυμηθώ με ακρίβεια ποιος είπε τι, με λίγες εξαιρέσεις.
Η χυδαία επίθεση
- Άντε από δω χάμω, κουμούνι του κερατά!
– Τι ήρθες τις δεις τις αδερφάρες; Λεσβία είσαι;
– Δεν σε αφορά.
– Λεσβία είναι μωρέ, δεν την βλέπεις; Δεν έχεις άντρα μαζί σου, δεν έχεις παιδιά ούτε εγγόνια, λεσβία είσαι!
– Κοίτα τη μπλούζα, είναι άθεη! Ουστ από δω μωρή!
– Θέλω να δω το έργο.
– Τις αδερφάρες θες να δεις; Είναι αδερφάρες! Ανώμαλοι!
– Βρίζουν το χριστό μας, την παναγία μας!
– Πού το ξέρετε; Το είδατε το έργο;
– Όχι, αλλά μου το είπαν. Μου είπαν ότι βρίζει το χριστό μας. Πρέπει να απαγορευτεί!
– Αν δεν θέλετε, μην δείτε το έργο. Εγώ γιατί να μην το δω;
– Βλασφημούν το θεό μας! Εμείς έχουμε τον έναν αληθινό θεό!
- Θα ρίξει ο θεός κεραυνό να σε κάψει! Θα δεις τι θα σας κάνει ο θεός!
– Αφού λοιπόν θα το κάνει ο θεός, εσείς γιατί ασχολείστε; Πάτε σπίτια σας να ξεκουραστείτε και εμπιστευτείτε τον θεό.
– Θα πας στην κόλαση!
– Δεν υπάρχει θεός, ούτε κόλαση.
– Δεν υπάρχει; Ε δεν μιλάω μαζί σου, δεν αξίζεις τον κόπο.
– Εγώ θέλω να μιλήσουμε. Πιστεύω ότι αξίζεις τον κόπο.
– Άντε καλέ, μην ασχολείσαι μαζί της, δεν αξίζει, ένα σκουπίδι είναι!
– Φύγε από δω, Αλβανή!
– Ελληνίδα είμαι.
– Ελληνίδα; Αμ’ δεν κάνουν τέτοια οι ελληνίδες! Αλβανή είσαι!
– Είσαι σκουπίδι! Ο θεός να σε ελεήσει.
– Αυτή τώρα είναι η θρησκεία της αγάπης;
– Ο χριστός έδιωξε τους αργυραμοιβούς από το ναό του με το φραγγέλιο! Έτσι κι εμείς θα διώξουμε εσάς!
– Δεν είναι ναός εδώ, θέατρο είναι, εσείς είστε που εμποδίζετε εμάς, όχι το αντίθετο.
– Ο χριστός είπε «δεν ήρθα να φέρω αγάπη, αλλά διχόνοια», είπε «φέρτε τους εχθρούς μου και σφάξτε τους εμπρός μου»!
– Δηλαδή θα ήθελες να με σφάξεις;
– Άκου να δεις μωρή, εμείς είμαστε έλληνες χριστιανοί φασίστες! Το 90% στην Ελλάδα είναι χριστιανοί φασίστες, κατάλαβες;
-Φασιστικά έχω το δικαίωμα να σου πω να φύγεις!
– Φασιστικά έχεις τη δύναμη, όχι το δικαίωμα.
Ο φανατισμός που »τυφλώνει»
Κι άλλες φωνές, κι άλλες βρισιές, κι άλλος παραλογισμός. Τυφλή οργή και μίσος,λεκτικές επιθέσεις γεμάτες χολή.
«Είσαι αγάμητη, είσαι κακογαμημένη, είσαι γυναίκα και το θέλεις το ξύλο σου, πού ‘σαι ρε Παπαδόπουλε…»
Πιο φανατισμένες φαίνονταν οι γυναίκες, το πιο πολύ μεσόκοπες, αλλά και μερικές ηλικιωμένες και νέες. Η κυρία με το μαντίλι στο κεφάλι που βρισκόταν κοντά στους βουλευτές ήταν από τις πιο οργίλες. Όταν μου μιλούσε στεκόταν τόσο κοντά μου, που πετάγονταν τα σάλια της στο πρόσωπό μου. Της είπα πολλές φορές, πολύ ήρεμα:
- Σε παρακαλώ, κάνε ένα βηματάκι πίσω. Σε παρακαλώ, μίλα πιο σιγά, να σε ακούω καλύτερα.
Μάταιος κόπος. Τα ίδια και με τον κύριο που διατεινόταν ότι «το 90% είμαστε χριστιανοί φασίστες».
- Μίλα πιο σιγά, να χαρείς. Δεν μπορώ να σε ακούσω καλά έτσι.
– Έχω στεντόρεια φωνή!
Θα ήθελα να μπορούσα να τους πω: δεν είμαι λεσβία, αλλά κι αν ήμουν, τι θα πείραζε; Έχω άντρα και παιδί, αλλά κι αν δεν είχα, τι θα πείραζε; Δεν είμαι Αλβανή, αλλά κι αν ήμουν, τι θα πείραζε; Δεν είμαι κομμουνίστρια, αλλά κι αν ήμουν, τι θα πείραζε; Δεν πιστεύω στο θεό, αλλά τι πειράζει; Κάποιοι άνθρωποι έχουν για το θεό και το χριστό και την παναγία άλλη άποψη από εσάς, τι πειράζει; Ζητάτε σεβασμό στο δικαίωμά σας να πιστεύετε στο θεό όπως εσείς θέλετε, γιατί δεν σέβεστε το δικαίωμα των άλλων να πιστεύουν με άλλο τρόπο ή να μην πιστεύουν καθόλου;
Η φραστική επίθεση από τον Ηλία Παναγιώταρο
Στο αναμεταξύ ο κλοιός είχε χαλαρώσει. Προσπάθησα ξανά να πλησιάσω στο θέατρο. Μέσα από την κλειστή καγκελόπορτα είδα έναν άνθρωπο να έρχεται προς το μέρος μας. Υπέθεσα ότι ήταν κάποιος από τους συντελεστές που ερχόταν να ανοίξει για να μπει το κοινό.
Έκανα να του μιλήσω, αλλά ένας ψηλός, παχύς, σωματώδης άντρας – ήταν ο Ηλίας Παναγιώταρος, βουλευτής της Χρυσής Αυγής, όπως πληροφορήθηκα μετά – ήρθε προς το μέρος μου και μου είπε να φύγω.
- Δεν θέλω να φύγω, θέλω να δω την παράσταση.
– Βρε άντε φύγε από δω, παλιολεσβία, βρωμοκομμούνι, άντε μην φας καμία!
Ήταν αδύνατον να τον παρακάμψω, με απωθούσε με το σώμα του, προχωρόντας κατά πάνω μου, αναγκάζοντάς με να υποχωρήσω. Ένας άλλος άντρας που ήταν μαζί του με πλησίασε και με απώθησε κι εκείνος, σωματικά και λεκτικά. Ακούμπησε πάνω μου και με έσπρωξε με το σώμα του. Πολλοί παρευρισκόμενοι με παρότρυναν να απομακρυνθώ.
- Φύγε από δω, άντε τώρα, άντε τώρα μη φας ξύλο, δεν βλέπεις τι γίνεται;
– Δεν θέλω να φύγω. Δεν θέλω να υποχωρήσω μπροστά στη βία. Έχω δικαίωμα να βρίσκομαι εδώ, έχω δικαίωμα να δω το έργο.
Προσπαθούσα να μείνω σταθερή στη θέση μου, προσπαθούσα να συζητήσω, αλλά μάταια. Το θέατρο πάντα κλειστό και τα ΜΑΤ μπροστά. Οι φίλοι μου άφαντοι. Όσο κι αν ήθελα να μείνω ήρεμη, ένιωθα ταραγμένη, όλο και πιο μόνη και κουρασμένη. Κάποια στιγμή υποχώρησα στο περίπτερο που βρισκόταν λίγα μέτρα από την είσοδο.
Χώθηκα στο πίσω μέρος, ανάμεσα σε στίβες με περιοδικά και γαριδάκια. Εκεί βρισκόταν και ένα ζευγάρι που είχε έρθει να δει την παράσταση και είχε καταφύγει όπως κι εγώ στην ασφάλεια του περιπτέρου. Μίλησα μαζί τους, μια ήρεμη, λογική και συγκροτημένη κουβέντα. Η παρουσία τους μου έκανε πολύ καλό, σύντομα ένιωσα καλύτερα, η ταχυπαλμία μου καταλάγιασε.
Τα ΜΑΤ απωθούσαν τους πάντες
Πιάσαμε κουβέντα, σχολιάσαμε την μισαλλοδοξία και την τύφλωση των φανατικών. Αναρωτηθήκαμε γιατί βρίσκονταν εκεί τρεις βουλευτές της Χρυσής Αυγής – Παναγιώταρος, Λαγός, Παππάς – και κανένας βουλευτής άλλων κομμάτων;
Γιατί έδιναν το παρόν μόνο φανατικοί θρησκόληπτοι και κανένας υπέρμαχος του πνεύματος και της ελεύθερης έκφρασης;
Κάναμε κάποια τηλεφωνήματα σε ραδιοσταθμούς και δημοσιογράφους, παρακαλώντας να ενημερώσουν όσο περισσότερα ΜΜΕ και πολιτικούς μπορούσαν για την κατάσταση που επικρατούσε εκεί.
Μετά από λίγη ώρα βγήκαμε πάλι προς τα έξω. Το ίδιο μοτίβο επαναλαμβανόταν κάθε τόσο. Ο κλοιός σχηματίστηκε πάλι. Τα ΜΑΤ απωθούσαν τους πάντες, εκτός από τους βουλευτές που βρίσκονταν μέσα του. Κάποια στιγμή έγινε μια αναταραχή, οι δημοσιογράφοι πετάχτηκαν πάνω, οι κάμερες πλησίασαν: είχαν έρθει κάποιοι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ.
Σίγουρα ήταν οι Τατσόπουλος, Ρεπούση και Κατριβάνου, άκουσα και για τον Δρίτσα αλλά δεν είμαι σίγουρη, δεν τους γνωρίζω άλλωστε όλους εξ όψεως.
Έγιναν δηλώσεις, έγιναν κουβέντες για να ανοίξει το θέατρο να μπουν μόνον οι βουλευτές, «για να μην τους περάσει» των διαδηλωτών. Τι να μην τους περάσει, σκέφτηκα, το θέμα είναι να μπει το κοινό, να γίνει η παράσταση, αν μπουν μόνον οι βουλευτές, σιγά το κατόρθωμα.
Οι συντελεστές της παράστασης φοβήθηκαν να ανοίξουν τις πόρτες
Η ώρα περνούσε, η κατάσταση σταθερή. Ακούστηκε ότι οι συντελεστές φοβούνταν – και δικαίως, κατά τη γνώμη μου – ότι αν άνοιγαν τις πόρτες στο κοινό, ενδεχομένως να έμπαιναν και θρησκόληπτοι διαδηλωτές με την πρόφαση ότι θέλουν να δουν το έργο, και να δημιουργούσαν προβλήματα μετά, με πρώτους κατά πάσα πιθανότητα τους ίδιους τους βουλευτές της Χρυσής Αυγής.
Έτσι οι πόρτες δεν άνοιγαν, οι διαδηλωτές δεν έφευγαν, ούτε κι εμείς άλλωστε.
Ρωτούσαμε κάθε τόσο τους αστυνομικούς αν θα γινόταν η παράσταση, και η απάντηση ήταν σταθερά «δεν ξέρουμε ακόμη». Είδα κάποια στιγμή την Ιωάννα Κούρτοβικ μπροστά μου να λέει στους αστυνομικούς:
- Αυτοί οι άνθρωποι εδώ δεν προκαλούν διατάραξη της δημόσιας τάξης; Γιατί δεν τους απομακρύνετε; Γιατί δεν κάνετε κάτι;
Δεν άκουσα την απάντηση, αλλά την είδα έμπρακτα: τίποτε.
»Υπήρξαν στιγμές που λιποψύχησα»
Ένιωθα μετέωρη. Στην αρχή δεν ένιωθα φόβο, αλλά με το πέρασμα της ώρας, υπήρξαν στιγμές που λιποψύχησα. Θυμήθηκα τον άντρα μου, που πάντα ανησυχεί: μην πέσω σε φανατικούς, μην πάθω τίποτα, μην φάω ξύλο. Σκέφτηκα το παιδί μου, που θα κοιμόταν ήσυχο στο σπίτι.
Κι αν στ’ αλήθεια με χτυπούσαν; Κι αν γίνονταν επειδόσια και μας μάζευαν όλους στις κλούβες; Κι αν δεν μπορούσα να ξαπλώσω απόψε αγκαλιά με τον άντρα μου, κι αν δεν μπορούσα να ξυπνήσω αύριο το παιδί μου για να πάει στο σχολείο;
Μπήκα στον πειρασμό να φύγω – αλλά είπα, όχι. Δεν θα τους επιτρέψω να με διώξουν, δεν θα τους αφήσω να με τρομοκρατήσουν. Θα μείνω εδώ, και θα μιλήσω μαζί τους όσο αντέχω, και θα ξεκουραστώ και μετά θα μιλήσω ξανά, κι ας μην ακούνε, ας μοιάζουν να μην ακούνε, ας αρνούνται να ακούσουν.
Γιατί όλο και κάποιος μπορεί να ακούσει έστω μια κουβέντα, γιατί όλο και κάποιος μπορεί να κρατήσει κάτι μέσα του, αν όχι από αυτούς, από όσους παρακολουθούν τη συζήτηση. Γιατί ακόμη κι αν κανείς δεν με ακούσει, εγώ θα νιώθω καλά με τον εαυτό μου μόνο αν μιλήσω, μόνο αν σταθώ και τους αντιμετωπίσω. Ήρεμα, ευγενικά και σταθερά.
»Έπιασα κουβέντα με ένα διαμαρτυρόμενο»
Εν τω μεταξύ βρήκα μερικούς από τους φίλους μου. Κάποια στιγμή φάνηκε ένας γνωστός μου, ύστερα κι άλλος. Άρχισαν πάλι οι συζητήσεις, με δημοσιογράφους, με γνωστούς και αγνώστους, με υποψήφιους θεατές και με διαδηλωτές.
Έπιασα κουβέντα με έναν κύριο που είχε έρθει να διαμαρτυρηθεί κατά της παράστασης.
- Το έργο αυτό προσβάλει τον χριστό.
– Τι να σας πω, δεν το ξέρω, δεν το έχω δει.
– Εγώ το έχω δει. Δεν κρίνω κάτι αν δεν το δω.
– Μα τότε γιατί μας στερείτε το δικαίωμα να δούμε κι εμείς και να κρίνουμε μόνοι μας;
– Εγώ σας το στερώ;
– Βέβαια, αφού δεν μας αφήνετε να το δούμε!
– Πώς δεν σας αφήνω; Πάτε να το δείτε.
– Μα δεν ζητάτε να απαγορευτεί;
– Ναι, ζητάω να απαγορευτεί.
– Γιατί το ζητάτε;
– Γιατί προσβάλει το χριστό και την παναγία!
- Δεν μου το περιγράφετε, να ξέρω κι εγώ τι ακριβώς δείχνει;
– Δείχνει τον χριστό πάνω στον σταυρό και τους δώδεκα αποστόλους να χορεύουν, δείχνει τον Ιούδα με τον χριστό, ότι είχε σχέση ο Ιούδας με τον χριστό, μιλάει για σχέσεις ανάμεσα σε άντρες, δείχνει την παναγία ότι είναι έγκυος και πάει να γεννήσει, ένας άντρας παίζει την παναγία, της λένε πού είναι ο άντρας σου και λέει πήγε να παρκάρει…
- Δείχνει μια άλλη άποψη για τον χριστό και την παναγία, όχι την δική σας.
– Είναι βλάσφημο το έργο! Βλασφημεί την πίστη μου!
– Και γιατί να μην το κάνει;
Εκεί ο κύριος μπλόκαρε. Ως εκείνη την ώρα, ήταν ήρεμος και συζητήσιμος. Εκεί τσίτωσε.
- Τι λες εκεί; Γιατί να μην βλασφημεί; Πώς γιατί;
– Η βλασφημία είναι αμφισβήτηση του δόγματος. Εσύ αν δεν θέλεις μην το αμφισβητείς. Ένας άλλος γιατί να μην το
αμφισβητήσει; Εσύ πιστεύεις, εγώ που δεν πιστεύω, γιατί να μην το αμφισβητήσω;
– Δηλαδή δεν πιστεύεις στο θεό;
– Όχι.
– Ε τότε δεν μιλάμε! Δεν πιστεύουμε τα ίδια!
Γύρισε την πλάτη του και απομακρύνθηκε με μεγάλες δρασκελιές.
- Δεν πιστεύουμε τα ίδια, αλλά μπορούμε να μιλήσουμε!
– Δεν μπορούμε!
– Πρέπει να μπορούμε! Είμαστε συνάνθρωποι, συμπολίτες, ζούμε στην ίδια χώρα, στον ίδιο πλανήτη. Πρέπει να μπορούμε να συνεννοηθούμε! Κι όμως, δεν μπορέσαμε.
»Γιατί βρίζετε το Χριστό μας»
Κι άλλοι άνθρωποι, κι άλλες κουβέντες.
- Γιατί βρίζετε το χριστό μας; Θέλετε να βρίσουμε εμείς τη μάνα σας;
– Δεν βρίζω κανέναν, θέλω μόνο να δω το έργο.
– Το έργο βρίζει τον χριστό μας. Θέλεις να δείξω εγώ ένα έργο που να βρίζει τη μάνα σου;
– Η μάνα μου, όπως και η δική σου, είναι υπαρκτά πρόσωπα. Ο χριστός και η παναγία είναι ιδέες, υπάρχουν μόνο μέσα στο
κεφάλι σου.
– Τι λες εκεί! Ο χριστός είναι αδελφός μου!
– Άλλο ο αδελφός σου, άλλο ο χριστός. Ο ένας είναι άνθρωπος, ο άλλος είναι πεποίθηση. Άλλο να βρίζω εσένα ή τους δικούς
σου ανθρώπους, άλλο τις πεποιθήσεις σου.
- Για πες μου, θες να έρθω εγώ να βρίσω τις πεποιθήσεις σου;
– Βρίσε τες, ελεύθερα! Κορόιδεψέ τες, κάνε ό,τι θέλεις!
– Μπα; Για πήγαινε να βρίσεις τον Μωάμεθ μπροστά στους μουσουλμάνους, να δεις τι θα σου κάνουν!
– Και αυτό σημαίνει ότι δικαιολογείσαι να μου το κάνεις κι εσύ;
Τζίφος, αδιέξοδο
Τουλάχιστον όμως μιλούσαν, ορισμένοι. Και μερικοί άκουγαν κιόλας. Όπως εκείνος που παρακολουθούσε τον διάλογό μου με τις χριστιανές μαινάδες που με έβριζαν χυδαία, και όταν γύρισα και τον ρώτησα:
- Εσύ πιστεύεις στον θεό.
– Ναι.
– Κοίταξε αυτούς τους ανθρώπους. Πιστεύεις ότι αυτή τη στιγμή διαπνέονται από το πνεύμα του θεού;
Δεν μίλησε. Έσκυψε το κεφάλι και απομακρύνθηκε.
Το ίδιο ερώτημα απηύθυνα και στους ιερείς που βρίσκονταν εκεί, με το σταυρό στο χέρι, αυτοί τουλάχιστον χωρίς να βρίζουν και να απειλούν, αλλά και χωρίς να προσπαθούν να συγκρατήσουν το ποίμνιό τους.
- Είστε ιερέας. Πείτε μου σας παρακαλώ, εγκρίνεται αυτό που συμβαίνει εδώ; Εγκρίνετε αυτή τη συμπεριφορά; Τι κάνετε για να την αποτρέψετε;
Σιγή ιχθύος, αδιαφορία πλήρης.
»Προτροπές να αποχωρήσουμε από το θέατρο»
Πιο αποκαρδιωτικό απ’ όλα, όμως, και από τις βρισιές και από τις απειλές και τα σπρωξίματα, ήταν η προτροπή που άκουγα διαρκώς από αστυνομικούς, από δημοσιογράφους, από ανθρώπους που είχαν έρθει να δουν την παράσταση, από τους λίγους διαδηλωτές που προσπαθούσαν να χαμηλώσουν τους τόνους, ακόμη και από έναν περαστικό:
- Άσ’ το τώρα, άσ’ το καλύτερα.
– Φύγε, κάνε πίσω, άσ’ τους.
– Άσ’ το σου λένε, δεν βλέπεις τι γίνεται;
– Άσ’ τους παιδί μου, δεν παίρνουν από λόγια.
– Φύγε, άσ’ το, φύγε, άσ’ το.
Με έπιαναν από το χέρι και μαλακά προσπαθούσαν να με απομακρύνουν, μου χαμογελούσαν φιλικά, προστατευτικά.
»Είμαι εγώ, και είμαι εδώ. Κι εδώ θα μείνω»
Όχι, δεν φεύγω, όχι, δεν το αφήνω. Έχω δικαίωμα να είμαι εδώ. Έχω δικαίωμα να έχω μια διαφορετική άποψη. Έχω δικαίωμα να παρακολουθήσω ένα θεατρικό έργο της επιλογής μου.
Έχω δικαίωμα να τα κάνω όλα αυτά, ακόμη κι αν ορισμένοι νιώθουν προσβεβλημένοι, ακόμη κι αν ενοχλούνται, ακόμη κι αν προσπαθούν να με απωθήσουν με τη βία, αφού έχουν εξαντλήσει τα νόμιμα μέσα χωρίς να το πετύχουν, αφού οι κατηγορίες κατά των συντελεστών κρίθηκαν αβάσιμες και τα ασφαλιστικά μέτρα παράνομα. Και θα ασκήσω αυτό μου το δικαίωμα, χωρίς να επιτρέψω στην βία και τον τραμπουκισμό να με πτοήσει.
Γιατί αν το αφήσω, αν κάνω πίσω, στον χώρο που θα αφήσω εκείνοι θα προχωρήσουν λίγο περισσότερο. Γιατί αν υποχωρήσω, εκείνοι θα νιώσουν λίγο πιο δυνατοί και πιο δικαιωμένοι. Γιατί αν φύγω, εκείνοι θα μείνουν και θα απλωθούν όσο που να μην μένει για μένα καθόλου χώρος πια.
Γιατί αν δεν μείνω σταθερή στη θέση μου τώρα, κάποια στιγμή δεν θα μπορώ να βγω ούτε από την πόρτα του σπιτιού μου. Και αργά ή γρήγορα θα φτάσουν και μέσα στο ίδιο μου το σπίτι.
Γι’ αυτό θα μείνω. Θα είμαι ο εαυτός μου, με τις απόψεις μου, στον τόπο μου. Δεν πρόκειται να φύγω.
Είμαι εγώ, και είμαι εδώ.
Κι εδώ θα μείνω.»
ΠΗΓΗ: news247.gr