Χαρίσαμε τον εθνικό πλούτο στη Noble Energy
Του Μακάριου Δρουσιώτη
Άκρως αποκαρδιωτικό φαίνεται ότι θα είναι το αποτέλεσμα της εκμετάλλευσης των κοιτασμάτων φυσικού αερίου που πιθανόν να επιβεβαιωθούν στην Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ) της Κύπρου. Το συμβόλαιο που υπέγραψε η Κυβέρνηση με την εταιρεία Noble Energy, σύμφωνα με ...τα στοιχεία που έχουν δημοσιοποιηθεί, διασφαλίζει μόνο τα συμφέροντα της εταιρείας.
Το μερίδιο της χώρας από την εκμετάλλευση του εθνικού της πλούτου είναι ασαφές και θα αρχίσει να καταβάλλεται σε βάθος χρόνου, εάν και εφόσον η εταιρεία εμφανίσει κέρδη από τις δραστηριότητές της. Με βάση όλα τα διαθέσιμα στοιχεία, είναι πολύ αμφίβολο αν αυτή η γενιά των Κυπρίων θα επωφεληθεί από τα αποθέματα της Κύπρου σε αέριο στο συγκεκριμένο ερευνητικό τεμάχιο, γνωστό σαν «οικόπεδο 12″.
Στη διεθνή πετρελαϊκή βιομηχανία εφαρμόζονται διάφορα μοντέλα εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων. Η Κυβέρνηση Παπαδόπουλου που άρχισε αυτή την προσπάθεια υιοθέτησε ένα μοντέλο Αναλογικού Καταμερισμού Παραγωγής (Production Sharing Agreement – P.S.A.), το οποίο εγκρίθηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο στις 3 Μαΐου 2006.
Η ερμηνεία του μοντέλου, όπως την εξήγησε ο τότε υπουργός Εμπορίου Γιώργος Λιλλήκας, είναι η εξής: «Η εκάστοτε επιλεγόμενη εταιρεία ορίζεται ως εργολάβος ή ανάδοχος σύμβασης για την εκμετάλλευση υδρογονανθράκων, επιβαρύνεται όλο το κόστος της παραγωγής, έχει το δικαίωμα να ανακτά το κόστος παραγωγής και καταμερίζεται με εκ των προτέρων διαπραγμάτευση το κέρδος με το κράτος».
Με απλά λόγια, η εταιρεία αναλαμβάνει όλα τα έξοδα της επένδυσης. Αφού αποσβέσει τις επενδύσεις που θα κάνει και αφαιρεί τα έξοδα ανόρυξης, μοιράζεται τα καθαρά κέρδη στη βάση συμφωνημένων ποσοστών. Ο κ. Λιλλήκας έλεγε τότε ότι η Κύπρος θα έπαιρνε το 75% των κερδών και η εταιρεία το 25%.
Η μυστική συμφωνία
Με βάση το πιο πάνω μοντέλο ετοιμάστηκε και εγκρίθηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο ένα πρότυπο σύμβασης (Model Production Sharing Contract), το οποίο τέθηκε στη διάθεση των πετρελαϊκών εταιρειών όταν προκηρύχθηκε ο διαγωνισμός αδειοδότησης, τον Φεβρουάριο του 2007. Η σύμβαση αυτή καταγράφει τις μάξιμουμ απαιτήσεις της Κ.Δ. και υπήρξε η ραχοκοκαλιά της τελικής συμφωνίας που υπεγράφη με τη Noble Energy, τον Οκτώβριο του 2008. Εκ μέρους της Κ.Δ. υπέγραψε ο υπουργός Εμπορίου Αντώνης Πασχαλίδης.
Ζητήσαμε από τον αρμόδιο υπουργό πληροφορίες για το περιεχόμενο αυτής της συμφωνίας, όμως μέχρι στιγμής δεν έχουμε απαντήσεις. Η Κυβέρνηση την κρατάει μυστική και, όπως λέχθηκε στον «Π», μόνο ο Πρόεδρος και ο διευθυντής Ενέργειας γνωρίζουν το περιεχόμενό της. Ωστόσο, γνωρίζουμε ποιες ήταν οι απαιτήσεις της Κυβέρνησης από το πρότυπο σύμβασης που δόθηκε στις εταιρείες.
Όταν μπαίνεις σε μια διαπραγμάτευση υπάρχει πάντα ένα περιθώριο υποχώρησης. Λογικά, η τελική συμφωνία θα πρέπει να είναι δυσμενέστερη για την Κ.Δ. απ” ό,τι προβλέπει το πρότυπο σύμβασης. Όμως, έστω κι αν η Κυβέρνηση διατήρησε το 100% των αρχικών απαιτήσεών της, το φυσικό αέριο στο τεμάχιο 12 έχει κάνει φτερά! Η Κύπρος δεν έχει δικό της αέριο, το έχει χαρίσει στη Noble Energy.
Πώς χάθηκε
Όπως είναι διατυπωμένοι οι όροι στο πρότυπο σύμβασης, η Noble Energy, η οποία κατέχει και το 100% των δικαιωμάτων εκμετάλλευσης, θα αναλάβει όλες τις επενδύσεις και τα έξοδα ανόρυξης. Θα πάρει όλα τα έσοδα από τις πωλήσεις μέχρι να αποσβέσει τις επενδύσεις της, θα καλύπτει όλα τα λειτουργικά της έξοδα, και αν περισσέψουν η Κ.Δ. θα πάρει ποσοστό από τα κέρδη.
Γράφει η σύμβαση: «Στην περίπτωση που εκκρεμούν έξοδα, από τον ένα χρόνο μεταφέρονται στον άλλο. Αυτό θα επαναλαμβάνεται μέχρι να υπάρξει απόσβεση των εξόδων ή μέχρι τη λήξη της σύμβασης, ό,τι κι αν συμβεί πρώτο». Το διαθέσιμο αέριο που θα περισσέψει (αν περισσέψει), «αφού η ανάδοχος εταιρεία πάρει τα έξοδα της, επιμερίζεται μεταξύ της Δημοκρατίας και του αναδόχου».
Οι πετρελαϊκές εταιρείες είναι οτιδήποτε άλλο από φιλανθρωπικά ιδρύματα. Αν έχουν τη δυνατότητα να ισοφαρίζουν τα έξοδα με τα έσοδα υπερτιμολογώντας τις δαπάνες, σαφώς και δεν θα μοιραστούν τα κέρδη τους με το κυπριακό κράτος. Και στην περίπτωση της σύμβασης που πρότεινε η Κυβέρνηση της Κύπρου στη Noble Energy (χωρίς να ξέρουμε πόσα άλλα παράθυρα έχουν ανοίξει με τις δικές τους αντιπροτάσεις), έχουν απεριόριστες δυνατότητες να υπερτιμολογήσουν τα έξοδα και να υποτιμολογήσουν τα έσοδα.
Ένα παράδειγμα: Με βάση το μοντέλο που πρότεινε η ίδια η Κυβέρνηση, «45 ημέρες πριν από την έναρξη κάθε ημερολογιακού έτους, ο ανάδοχος (στην προκειμένη περίπτωση η Noble Energy) καταρτίζει και υποβάλλει προς έγκριση από το αρμόδιο υπουργείο λεπτομερές και αναλυτικό ετήσιο πρόγραμμα εργασίας, μαζί με τον αντίστοιχο ετήσιο προϋπολογισμό».
Αυτό το έγγραφο θα δίνει το στίγμα του ετήσιου προϋπολογισμού της εταιρείας. Σύμφωνα με τη σύμβαση, «ο υπουργός μπορεί να προτείνει τροποποιήσεις ή αλλαγές στο ετήσιο πρόγραμμα εργασίας και στον αντίστοιχο προϋπολογισμό με ειδοποίηση προς τον ανάδοχο, συμπεριλαμβανομένων όλων των δικαιολογητικών που κρίνονται αναγκαία, εντός τριάντα (30) ημερών από την παραλαβή του προγράμματος εργασίας».
Υπουργός σεΐχης
Με αυτή την πρόνοια της συμφωνίας ο εκάστοτε υπουργός (τότε ήταν ο Λιλλήκας) καθίσταται σεΐχης, διότι θα έχει τη δυνατότητα να εγκρίνει από μόνος του έναν προϋπολογισμό που όσο πιο φουσκωμένος θα είναι τόσο μεγαλύτερη θα είναι και η απώλεια του εθνικού πλούτου της χώρας!
Αλλά, και ο εντιμότερος των ανθρώπων να είναι ο υπουργός δεν θα έχει σοβαρές δυνατότητες να μειώσει τον προτεινόμενο προϋπολογισμό. Διότι σε τριάντα μέρες θα πρέπει να μελετήσει τον προϋπολογισμό, να εντοπίσει υπερχρεώσεις, να βρει στοιχεία για να τεκμηριώσει την άποψή του και να πείσει την εταιρεία. Κάτι τέτοιο είναι φύσει αδύνατον. Και, σύμφωνα με το συμβόλαιο, «εάν δεν υπάρξει ανταπόκριση από το υπουργείο εντός της προθεσμίας των τριάντα (30) ημερών, τότε το πρόγραμμα και ο προϋπολογισμός θα θεωρούνται εγκεκριμένα»!
Πέρα από τον προϋπολογισμό του προγράμματος εργασίας, τα έξοδα επεκτείνονται στα λειτουργικά κόστη της εταιρείας, στις υπηρεσίες που θα αγοράζει από τη μητρική εταιρεία και από άλλες συμβαλλόμενες εταιρείες. Συνεπώς, τα κόστη είναι αδύνατον να εκλεχθούν και να αμφισβητηθούν. Επίσης, σύμφωνα με το πρότυπο σύμβασης, οι τιμές πώλησης του αερίου δεν θα υπολογίζονται με βάση τις διεθνείς τιμές, αλλά στη βάση το τι πουλάνε οι άλλοι στην περιοχή. Ποιος μπορεί να ξέρει, ποιος θα ελέγχει και ποιος θα δώσει στοιχεία για να αμφισβητηθούν οι τιμές που θα παρουσιάζει η εταιρεία;
Με τέτοιο συμβόλαιο μόνο αν είναι ηλίθια μια εταιρεία θα δείξει κέρδη για να τα μοιραστεί με την Κυβέρνηση. Και οι πετρελαϊκές εταιρείες δεν έχουν τέτοια φήμη. Σύμφωνα με τη γνώμη συμβούλων που ασχολούνται με την πετρελαϊκή βιομηχανία, το μοντέλο που επινοήθηκε από την Κυβέρνηση της Κύπρου είναι το τέλειο για ένα κράτος που θέλει να χαρίσει τον εθνικό του πλούτο.
Ούτε στην Αφρική
Σε άλλα κράτη, ακόμη και αφρικανικά, υιοθετούνται πιο σύνθετα μοντέλα. Για παράδειγμα, πέρα από τον καταμερισμό των κερδών εάν και όταν υπάρξουν, η Κυβέρνηση που παραχωρεί τα δικαιώματα εκμετάλλευσης διεκδικεί για λογαριασμό της, από την πρώτη μέρα της έναρξης της εξόρυξης, ένα ποσοστό (5, 10 ή 15%) επί της παραγωγής, αναλόγως της διαπραγματευτικής της ικανότητας, για τις δικές της ανάγκες είτε για να το πουλήσει στη διεθνή αγορά.
Το Ισραήλ εξασφάλισε το 12,5% της παραγωγής από την πρώτη μέρα και προσπαθεί να το αυξήσει στο 20%. Η Κύπρος δεν διεκδίκησε ούτε ένα κυβικό πόδι. Με όρους αγοράς, από τα αποθέματα στο κοίτασμα του τεμαχίου 12 η Κύπρος δεν έχει ούτε ένα κυβικό πόδι δικό της φυσικό αέριο. Δεν διεκδίκησε καν προνομιακές τιμές για τις δικές της ανάγκες, κατοχυρωμένες στο συμβόλαιο.
Επίσης, τα άλλα κράτη εξασφαλίζουν έσοδα από τη φορολογία στην εμπορία των υδρογονανθράκων. Μάλιστα, υπάρχουν περιπτώσεις που τα έξοδα έρευνας και δημιουργίας της υποδομής καλύπτονται από τη φορολογία.
Τα ποσοστά του Ισραήλ περιλαμβανομένης της φορολογίας είναι 30%.
Στην περίπτωση της Κύπρου, σύμφωνα με τις διατάξεις της σύμβασης που η ίδια η Κυβέρνηση έχει προτείνει, η φορολόγηση της εταιρείας θεωρείται ότι περιλαμβάνεται στο μερίδιο της Δημοκρατίας στα κέρδη. Συνεπώς, όπως αναφέρεται στο συμβόλαιο, «οι υδρογονάνθρακες που θα διατεθούν από την εταιρεία πρέπει να θεωρούνται απαλλαγμένοι εταιρικού φόρου».
Κουβέντες του αέρα
Τα δεδομένα που υπάρχουν συνηγορούν στο ότι όσα γράφονται και δηλώνονται περί «δικού μας φυσικού αερίου» («έσοδα 500 εκατ. ευρώ το χρόνο», «θα μας δίνουν το δικό μας δωρεάν», «θα μας κάνουν τον αγωγό») είναι κουβέντες του αέρα. Για να ξέρουμε πραγματικά τι γίνεται πρέπει να μελετηθεί το συμβόλαιο. Αν το συμβόλαιο ήταν προνομιακό για την Κύπρο, μετά την ανακάλυψη των μεγάλων κοιτασμάτων από το Ισραήλ θα προβαλλόταν σαν μια μεγάλη επιτυχία της Κυβέρνησης που το έχει υπογράψει. Τουναντίον, το κρύβει.
Σύμφωνα με τους ειδικούς, όταν δεν μπορείς να έχεις αποτελεσματικό έλεγχο στην παραγωγή και στα πραγματικά έξοδα και έσοδα, τα όποια ποσοστά επί των κερδών δεν έχουν καμιά σημασία. Όσο μεγαλύτερο είναι το ποσοστό επί των κερδών, τόσο μεγαλύτερο είναι και το αντικίνητρο της εταιρείας να δείχνει κέρδη.
Η ασφαλέστερη μέθοδος ήταν το μερίδιο επί της παραγωγής, όχι επί των κερδών. Όμως αυτό δεν έγινε και το συγκεκριμένο κοίτασμα μάλλον έκανε φτερά, με την αμερικάνικη εταιρεία να καρπούται τον εθνικό πλούτο και την Κύπρο να επωμίζεται την περιβαλλοντική ζημιά.
Από τη μεγάλη ιδέα στη μεγάλη γκάφα
Κάποιος που θα διαβάσει αυτό το ρεπορτάζ θα διερωτηθεί, «καλά, μα είναι τόσο αδέξια η Κυβέρνησή μας, που χάρισε τον εθνικό πλούτο σε μια ξένη εταιρεία; Δεν θα ήθελε να έχει έσοδα για να προσφέρει έργο;».
Τα πράγματα διαφορετικά ξεκίνησαν και αλλού κατάληξαν. Ευθύς εξαρχής η οριοθέτηση της ΑΟΖ και η προκήρυξη διαγωνισμού αδειοδότησης για την εκμετάλλευση πιθανών κοιτασμάτων υδρογονανθράκων είχε διασυνδεθεί με πολιτικά οφέλη. Στο διπλωματικό παρασκήνιο ήταν από τότε γνωστό ότι η πρόθεση της Κυβέρνησης Παπαδόπουλου ήταν να παραχωρήσει τις άδειες εκμετάλλευσης σε γαλλικά συμφέροντα. Το πολιτικό πλαίσιο που είχε τεθεί φαινόταν δελεαστικό: Η σύζευξη των οικονομικών συμφερόντων της Κύπρου και της Γαλλίας, με δεδομένη τη γαλλική επιφυλακτικότητα προς την Τουρκία, θα μπορούσε να αποτελέσει το υπόβαθρο για μια ισχυρή κυπρο-γαλλική συμμαχία. Η Γαλλία, ως μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας και ισχυρό μέλος της ΕΕ, θα ήταν η μεγάλη δύναμη που αναζητούσε η Κύπρος για να αντιμετωπίσει την Τουρκία.
Τα όποια παράπλευρα προσωπικά συμφέροντα και ευκαιρίες θα χάνονταν μέσα στη ρητορική της εξυπηρέτησης των «μεγάλων εθνικών στόχων». Η ανακάλυψη υδρογονανθράκων και η ανάθεση της εκμετάλλευσής τους σε γαλλικές εταιρείες ήταν μια τεράστια πολιτική (και ασφαλώς οικονομική) επένδυση, ενόψει και των προεδρικών εκλογών του 2008.
Η Κύπρος ήταν (και εν πολλοίς είναι ακόμη) αδαής σε ζητήματα εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων. Την 1η Αυγούστου 2005, μετά από εισήγηση του υπουργού Εμπορίου Γιώργου Λιλλήκα, η Κυβέρνηση υπέγραψε συμφωνία με τον γαλλικό οίκο Beicip-Franlap για παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών σε τεχνικά και νομοτεχνικά θέματα. Λογικά η Κυβέρνηση θα έπρεπε να ζητήσει προσφορές και να εξασφαλίσει τις υπηρεσίες τουλάχιστον δύο διαφορετικών οίκων για να μην εξαρτάται μόνο από τις συμβουλές τού ενός. Τουλάχιστον στα αφρικανικά κράτη αυτό γίνεται. Ακόμη, θα μπορούσε να συστήσει ένα ενεργειακό συμβούλιο αποτελούμενο από Κύπριους επιστήμονες οι οποίοι έχουν γνώση και εμπειρία, για να ξέρει τι της γίνεται.
Δεν έκανε τίποτα απ” όλα αυτά.
Ο μεγάλος σχεδιασμός
Με δεδομένη την πολιτική απόφαση «να τα δώσουμε στους Γάλλους», έγινε ανάθεση στον συγκεκριμένο γαλλικό οίκο, χωρίς να ζητηθεί από άλλους να εκδηλώσουν ενδιαφέρον. Στην ιστοσελίδα της Beicip-Franlap αναφέρεται πως η εταιρεία ειδικεύεται στο να συμβουλεύει πετρελαϊκές εταιρείες και όχι κυβερνήσεις. Μεταξύ των πελατών της είναι και η Total, με την οποία η Κυβέρνηση φιλοδοξούσε να συνεργαστεί.
Οικοδομώντας τη μεγάλη ιδέα της «ισχυρής συμμαχίας» με τη Γαλλία, η τότε Κυβέρνηση άφησε να διαρρεύσουν στα ΜΜΕ πληροφορίες και για συμφωνία στρατιωτικής συμμαχίας με τη Γαλλία. Η Κυβέρνηση Παπαδόπουλου προσπαθούσε επίμονα να διασυνδέσει τα κοιτάσματα με μια ευρύτερη γεωπολιτική συμμαχία με τη Γαλλία και να μεταφέρει το ζήτημα στην ΕΕ. Τον Μάρτιο του 2007, λίγο μετά την προκήρυξη του διαγωνισμού αδειοδότησης, ο Λιλλήκας, ως υπουργός Εξωτερικών, συναντήθηκε με τον επίτροπο Ενέργειας της Ευρωπαϊκής Ένωσης Andris Piebalgs και τον ενημέρωσε για το ζήτημα των κοιτασμάτων. Ο Λιλλήκας προωθούσε την πολιτική της διαμόρφωσης κοινής ενεργειακής πολιτικής και εισηγήθηκε όπως οι ενεργειακές πτυχές και διαστάσεις με συγκεκριμένα προγράμματα ενταχθούν στα πλαίσια της πολιτικής καλής γειτονίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έτσι που να συνταυτιστεί το ενεργειακό με τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις της Τουρκίας. «Ελπίζουμε ότι σύντομα θα δούμε την ενεργειακή διάσταση να εισέρχεται στην πολιτική καλής γειτονίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης», δήλωσε ο Λιλλήκας μετά τη συνάντησή του με τον Andris Piebalgs.
Παρόλο που το πολιτικό πλαίσιο φαινόταν δελεαστικό, ήταν υπερβολικά φιλόδοξο. Ο σχεδιασμός αυτός ήταν ένας ευσεβής πόθος της Λευκωσίας, χωρίς σοβαρό υπόβαθρο. Άλλο το τι προσδοκούσε η Λευκωσία και άλλο το τι μπορούσε να πετύχει, και μάλιστα σε ανταγωνισμό με μια ενεργειακά ισχυρή δύναμη όπως ήταν η Τουρκία.
Η κατάρρευση
Το όραμα του «Κύπρος – Γαλλία συμμαχία» κατέρρευσε όταν η γαλλική Total δεν ενδιαφέρθηκε και δεν συμμετείχε στο διαγωνισμό αδειοδότησης. Είτε έκανε πίσω, λόγω πιο μεγάλων συμφερόντων στην Τουρκία, είτε δεν ενδιαφέρθηκε ποτέ και οι Κύπριοι λογάριαζαν από μόνοι τους ότι θα την κέρδιζαν με το δελεαστικό σχέδιο συμβολαίου (σχεδόν χάρισμα) που ετοιμάστηκε σε συνεργασία με την Beicip-Franlap.
Παρά τις μεγάλες προσδοκίες που είχαν δημιουργηθεί («Δεν υπάρχει μεγάλη εταιρεία, γνωστή, η οποία να μην έχει δείξει ζωηρότατο ενδιαφέρον», δήλωνε στις 15 Φεβρουαρίου 2007 ο υπουργός Εμπορίου Αντώνης Μιχαηλίδης), καμιά μεγάλη ξένη εταιρεία δεν ανταποκρίθηκε. Τότε η Κυβέρνηση της Κύπρου έδωσε παράταση στο διαγωνισμό, ο Λιλλήκας πήγε στη Μόσχα και προσπάθησε να πείσει τους Ρώσους να ενδιαφερθούν, όμως και πάλι δεν υπήρξε ενδιαφέρον.
Όταν έκλεισε ο διαγωνισμός, τον Αύγουστο του 2007, η μόνη εταιρεία που υπέβαλε σοβαρή πρόταση ήταν η Noble Energy και μόνο για το ερευνητικό τεμάχιο 12. Η εταιρεία αυτή ενδιαφέρθηκε διότι ήταν στην περιοχή, ερευνούσε για το Ισραήλ και γνώριζε ότι υπήρχαν αποθέματα. Μάλιστα, το 1/3 του κοιτάσματος φυσικού αερίου που βρίσκεται στο τεμάχιο 12 εμπίπτει στην ΑΟΖ του Ισραήλ.
Γκάφα ή απάτη;
Η τότε Κυβέρνηση έπνιξε την απογοήτευσή της με την υπόσχεση ότι οι μεγάλες εταιρείες θα έρχονταν στον δεύτερο γύρο, ο οποίος ανακοινώθηκε ότι θα γινόταν το δεύτερο εξάμηνο του 2008. Οι προσδοκίες χαμήλωσαν, τα πετρέλαια εξαφανίστηκαν από την ατζέντα, δεν μπόρεσαν να γίνουν η κινητήριος δύναμη για την εκλογική αναμέτρηση του 2008.
Η Noble Energy βρήκε έτοιμο το χαλί που στρώθηκε για τους Γάλλους. Η νέα Κυβέρνηση συνέχισε και ολοκλήρωσε τις διαπραγματεύσεις με τη συγκεκριμένη εταιρεία με αδιαφανείς διαδικασίες, χωρίς δεύτερη γνώμη και δεύτερη σκέψη, έκανε τους δικούς της υπολογισμούς με τους δικούς της ανθρώπους και υπέγραψε μια συμφωνία που κανείς δεν ξέρει το περιεχόμενό της και φοβάται να τη δημοσιοποιήσει. Το αποτέλεσμα, αν δεν είναι μια μεγάλη απάτη, είναι σίγουρα μια μεγάλη γκάφα. Ξεκινήσαμε για «να τα δώσουμε όλα στους Γάλλους» και τα δώσαμε όλα στους Αμερικανούς…