Με ενόχληση και ειρωνεία (ασυνήθιστη στη διπλωματική γλώσσα) απάντησε το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών στους ισχυρισμούς του υπουργού Εξωτερικών της Τουρκίας Αχμέτ Νταβούτογλου περί του κυριαρχικού καθεστώτος νήσων Αιγαίου.
Ο επικεφαλής της τουρκικής διπλωματίας..., μιλώντας στην Εθνοσυνέλευση και με αφορμή ερώτηση του Λουτφού Τουρκάν, βουλευτή του Kόμματος Εθνικιστικής Δράσης του Ντεβλέτ Μπαχτσελί, ξεδίπλωσε σειρά «επιχειρημάτων» με τα οποία αμφισβητεί τις διεθνείς συνθήκες της Λωζάνης και των Παρισίων σε σχέση με τα θαλάσσια σύνορα των δύο χωρών και το καθεστώς συγκεκριμένων νησιών του Αιγαίου όπως οι Οινούσσες, οι Φούρνοι, το Αγαθονήσι, το Φαρμακονήσι, η Καλόλημνος και η Ψέριμος.
Ο εκπρόσωπος του Υπουργείου Εξωτερικών Γρηγόρης Δελαβέκουρας στην σκληρή απάντησή του ανέφερε τα εξής:
«Φαίνεται ότι έχουν βάλει κάποιον να κάνει αυτή την ερώτηση μια φορά το χρόνο.
Θα δώσω λοιπόν και εγώ την ίδια ακριβώς απάντηση που έδωσα την τελευταία φορά: Ξεκαθαρίζω ότι δεν υπάρχει οποιαδήποτε αμφισβήτηση και οποιοδήποτε σημείο αμφιβολίας ως προς το καθεστώς οποιουδήποτε νησιού ή νησίδας στο Αιγαίο. Όλα αυτά διέπονται από διεθνείς συμβάσεις, οι οποίες είναι απολύτως σαφείς και γι’ αυτό δεν ευσταθεί καμία αμφισβήτηση του καθεστώτος των ελληνικών νησιών στο Αιγαίο.
Ελπίζω του χρόνου τέτοιο καιρό να μην τα ξαναλέμε».
Νωρίτερα στην Αγκυρα, ο Νταβούτογλου -απευθυνόμενος βέβαια στο εσωτερικό, σκληρό ακροατήριό του- είχε επισημάνει μεταξύ άλλων, ότι: «Τα βασικά έγγραφα αναφορικά με την κυριαρχία των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου και το καθεστώς αφοπλισμού τους είναι η συνθήκη της Λωζάνης του 1923 και η συμφωνία ειρήνης των Παρισίων του 1947. Οι συμφωνίες αυτές περιέχουν διάφορες λεπτομερείς διατάξεις αναφορικά με την κυριαρχία και τον αφοπλισμό των νησιών αυτών. Υπό την έννοια αυτή, πρόκειται για ένα νομικό θέμα που έχει σχέση με την ερμηνεία των σχετικών άρθρων στις δύο συμφωνίες. Πέραν αυτού, το γεγονός ότι τα σύνορα στη θάλασσα του Αιγαίου δεν καθορίστηκαν με την Ελλάδα με μία ισχύουσα συμφωνία μέχρι σήμερα, αποτελεί μια άλλη διάσταση του προβλήματος».
Η απάντηση αυτή δόθηκε στην ερώτηση του Λουτφού Τουρκάν με την οποία -χρησιμοποιώντας εμπρηστικά επιχειρήματα- υποστήριζε ότι «παρόλο που ο Κεμάλ Ατατούρκ και οι συμπολεμιστές του έριξαν τους Ελληνες στρατιώτες, στις 9 Σεπτεμβρίου του 1922, στη θάλασσα, μετά από 90 χρόνια Ελληνες στρατιώτες άρχισαν πάλι να κάνουν αισθητή την παρουσία τους στο Αιγαίο».
Σημείωσε δε ότι «η Ελλάδα απέστειλε στρατιώτες και ύψωσε τη σημαία της σε νησιά του Αιγαίου όπως οι Οινούσσες, η Φίμενα, οι Φούρνοι, το Αγαθονήσι, οι Αρκοί, το Φαρμακονήσι, η Καλόλημνος».
Ειδικότερα, για τις Οινούσσες είπε ότι «κυματίζει η ελληνική σημαία και ηχούν από τις εκκλησίες οι καμπάνες, ενώ δεν υπάρχει ούτε ένα τέμενος».
Και έθεσε στον Αχμέτ Νταβούτογλου τις εξής ερωτήσεις:
Στα αναφερόμενα νησιά του Αιγαίου είναι αλήθεια ότι η Ελλάδα απέστειλε στρατιώτες και ανέβασε σημαία, εάν είναι αλήθεια γιατί επετράπη αυτό;
Πότε στα αναφερόμενα νησιά θα κατεβεί η ελληνική και πότε θα κυματίσει η τουρκική;
Με ποια βάση καθορίστηκε το καθεστώς των νησιών αυτών;
Είναι νόμιμη η κατάληψη της Ελλάδος στα νησιά αυτά;
Παραμείναμε σιωπηλοί στην κατάληψη των νησιών αυτών για να εξασφαλίσουμε διαπραγματεύσεις από την ΕΕ;
Αυτό δεν έχει την έννοια ότι δώσαμε πεσκέσι τα πάτρια εδάφη;
Η κυβέρνησή μας, η οποία προσπαθεί να διαδραματίσει πρωταγωνιστικό ρόλο στο ζήτημα της Συρίας, σκέφτεται κανένα σχέδιο αναφορικά με το θέμα την κατάληψης των νησιών;